27/4/2008
Η αυτοκινητική βία μαμή της καθημερινότητας της ελληνικής πόλης
Μια ανάγνωση των πρακτικών Σύγχρονοι μηχανισμοί βίας και καταπίεσης της Εταιρείας Σττουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας του Γιάννη Ρέντζο
Τα σκυλιά δαγκώνουν. Αυτό δεν ε(ναι καινούριο. Το έχουμε χωνέψει. Δεν αποτελεί ούτε καν είδηση. Άλλωστε ο σκύλος είναι στον πολιτισμό μας ιερός, όπως η αγελάδα στον Γάγγη. Για μερικούς λόγους, στην ελληνική πόλη, τα αυτοκίνητα και κάθε δίτροχο ή πολύτροχο αυτοκινούμενο μέσο είναι τόσο σεβαστά από παρωπιδοφόρες διοικήσεις, αστυνομίες, εισαγγελίες και κοινό όσο και οι αγελάδες του Γάγγη. Τα αυτοκίνητα λοιπόν, ανενόχλητα μέσα στην ελληνική πόλη, ρυπαίνουν, θορυβούν, τρομάζουν, λασπώνουν, στριμώχνουν, απειλούν, εκτοπίζουν, εμποδίζουν, απαγορεύουν, αποκλείουν, παραμονεύουν, καταπατούν, καταστρέφουν, τραυματίζουν, μωλωπίζουν, προκαλούν κατάγματα, αφαιρούν ζωές. Με ένα λόγο επιβάλλουν βίαια τη λογική τους. Τη λογική του ισχυρού και τον παραλογισμό «καθεστώτος». Ούτε και όλα αυτά είναι καινούρια. Και μάλιστα φαίνεται πως κάτι «δεν έχουμε πάρει είδηση» εδώ. Εννοούμε πως τίποτε από αυτά δεν φαίνεται να αποτελεί στοιχείο που να διευκολύνει τη μελέτη της βίας, της καταπίεσης και της καταστολής στην καθημερινή ζωή της σύγχρονης ελληνικής πόλης. Όλα τα παραπάνω για τη λειτουργία του αυτοκινήτου στην πόλη τα έχουμε πολύ καλά χωνέψει. Δεν ξεπετάγονται λοιπόν μπροστά στα μάτια μας όταν επιχειρούμε μια τυπολογία της βίας και της καταπίεσης στην ελληνική κοινωνία.
Μια πολιτισμική καθηγεμόνευση έχει επιβληθεί. Κάτι νέο και αντιφρονούν δυσκολεύεται να προβληθεί. Μια ζωή σε «καθεστώς».
Το αυτοκίνητο, μέσο ταχείας μεταφοράς σε καταστάσεις ζωής και θανάτου, αξιοπρεπούς μετακίνησης, ασφαλούς διέλευσης, ξεκούραστης προσπέλασης, ρυθμιζόμενης θερμοκρασίας, ραδιοφωνικής ενημέρωσης, μουσικής διασκέδασης, επιλογής συντροφιάς, προστατευμένης παρατήρησης, ευχάριστης ατμόσφαιρας, καθώς και σήμα κοινωνικού γοήτρου, μένει στο απυρόβλητο όταν ταξινομούμε τους σύγχρονους μηχανισμούς βίας και καταπίεσης στην πόλη. Ο ρόλος του ως εργαλείου καταστολής του αδύναμου στον ελλαδικό γεωγραφικό χώρο λησμονιέται. Είναι σαν, σε περίπτωση που θα μελετούσαμε απρόσεχτα τη βία σε μια πόλη επιτρεπόμενης οπλοφορίας, να βάζαμε εντός παρενθέσεως τα πυροβόλα όπλα επειδή, λέει, αυτά θα είχαν για κύριο σκοπό απλώς την προσωπική ασφάλεια, την ψυχική ηρεμία και, εν εσχάτη ανάγκη, την αμυντική αντίδραση του οπλοφορούντος και όχι πρωταρχικά την άσκηση βίας. Εργαλείο άμυνας το πυροβόλο όπλο και μέσο μεταφοράς το αυτοκίνητο χρησιμεύουν και τα δύο, πέρα από τις κύριες λειτουργίες που αυτά υπηρετούν (όπως συμβαίνει και με πολλές άλλες επινοήσεις του πολιτισμού), ως φονικά όργανα, μηχανισμοί καταπίεσης, μέσα απειλής.
Ως προς τα φονικά αποτελέσματα, το αυτοκίνητο χρεώνεται, στη ζωή της ελληνικής πόλης, με σαφώς μεγαλύτερο μερίδιο σε σχέση με το πυροβόλο όπλο. Είναι στατιστικά προφανές πως περισσότεροι άνθρωποι και μάλιστα «άοπλοι» πεζοί χάνουν τη ζωή τους και τη σωματική ακεραιότητα τους στην πόλη από το αυτοκίνητο, στα περιστατικά τροχαίου εγκλήματος («ατυχήματα»), από όσους τραυματίζονται ή σκοτώνονται από πυροβόλα όπλα. Οι οδηγοί είναι, κατά την έννοια αυτή, φορείς μιας - έμμεσης, άλλα καθαρής - ένοπλης βίας και καταστολής στην ελληνική πόλη. Μετέχουν συλλογικά, σχεδόν πάντα ασυναίσθητα, αλλά και συχνότατα ενσυνείδητα (και μάλιστα ασυνείδητα, δυστυχώς), στην εκδήλωση και υπηρέτηση αυτόματων μηχανισμών βίας και καταστολής στην ελληνική πόλη. Πεζοπόρος της πόλης που δεν συμμορφώνεται με τους απάνθρωπους κανονισμούς της απόλυτης αυτοκινητικής κυριαρχίας στην ελληνική πόλη είναι χαμένος. Και μάλιστα κινδυνεύει πολλαπλά αν από το μυαλό του περάσουν σκέψεις για ιδεώδη νομιμότητας (στη διάβαση), δικαιώματα πολίτη (στο πεζοδρόμιο και τον πεζόδρομο) ή συμπάθειας προς τον αδύναμο (για παραχώρηση προτεραιότητας στον ανήμπορο). Ο παραδειγματικός κολασμός θα επακολουθήσει. Οι οδηγοί, έχοντας επίγνωση της ιδιαιτερότητας τους μέσα στην πόλη, αντίληψη της δύναμης τους, αίσθηση σαφούς ανωτερότητας αλλά και ιδιαίτερες υποχρεώσεις λόγω της συμμετοχής τους στο σχηματισμό/στόλο των μηχανοκινήτων με τον οποίο διαπλέουν την πόλη, εκτελούν σε κάθε στιγμή το καθήκον τους. Φαιό καθήκον είναι γεγονός. Ένας φασισμός της ιδιαιτερότητας, της δύναμης, της «ανωτερότητας», της «ορθότητας», της περιφρόνησης του άλλου έχει γεννηθεί, υπηρετείται και αναπαράγεται.
Ο συγγραφέας, μέλος του συλλόγου «ΠΕΖΗ», διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας. Τελευταίο του βιβλίο Ανθρωπογεωγραφίες της πόλης. Στο άρθρο εκφράζονται προσωπικές απόψεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου